Η Λέσβος
στα τέλη του 10ου αιώνα είχε εξελιχθεί σε κέντρο της βιομηχανικής
παραγωγής σαπουνιού από ελαιόλαδο. Υπήρξε το πρώτο βιομηχανικό κέντρο
στο Αιγαίο που είχε εξειδικευθεί στα τέλη του 19ου αι. στην παραγωγή
ελαιοσαπώνων με τις σύγχρονες τεχνικές, διέθετε τα προϊόντα της στη
μεγάλη αγορά της Κωνσταντινούπολης, στα μικρασιατικά παράλια και στις
μαυροθαλασσίτικες πόλεις. Οι εμπορικές γνώσεις και τα δίκτυα που είχαν
οι λέσβιοι επιχειρηματίες συνέβαλαν στην αναβάθμιση και εξειδίκευση της
μεταποιητικής τους δραστηριότητας. Στο νησί το 1912 λειτουργούσαν 113
ατμοκίνητα ελαιοτριβεία. Δίπλα σ’ αυτά υπήρχαν μικρά σαπωνοποιεία αλλά
και ανεξάρτητες μονάδες μεγάλης παραγωγής που στεγάζονταν σε τριώροφα
πέτρινα κτίρια, στις περιοχές της Μυτιλήνης, του Πλωμαρίου, του
Περάματος και του Πολιχνίτου. Είχε το προνόμιο να διαθέτει επιτόπου την
πρώτη ύλη, το λάδι
|
Οι
πρώτοι σαπωνοπαραγωγοί στη Λέσβο ήταν έμποροι. Η εμπειρία τους στην
ακτοπλοΐα και η γνώση τους για τις θαλάσσιες εμπορικές οδούς τους
επέτρεψαν να πουλήσουν τα προϊόντα τους κατ’ ευθείαν στις αγορές της
Ανατολής. Όπως οι Έλληνες επιχειρηματίες σε άλλους κλάδους, βασίστηκαν
σε ένα καλά ανεπτυγμένο οικογενειακό δίκτυο σε όλα τα μεγάλα λιμάνια της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι απόγονοι αυτών των εμπόρων και των
ναυτικών είχαν ειδικευτεί στη χημεία στις ευρωπαϊκές σχολές και είχαν
σπουδάσει μεθόδους παραγωγής στη Μασσαλία, το ευρωπαϊκό κέντρο
παρασκευής σαπουνιού. Οι οικογένειές τους σχημάτιζαν μια συνεκτική
ανώτερη τάξη στη Λέσβο και έπαιξαν ένα σημαντικό ρόλο στην πολιτιστική
και κοινωνική ζωή του νησιού
|
Η
χρυσή εποχή του σαπουνιού στη Λέσβο ήταν ανάμεσα στο 1875 και το 1895. Η
παραγωγή του νησιού εκείνη την περίοδο έφτασε στην ετήσια παραγωγή
3.800 τόνων. Μέχρι το 1909 η παραγωγή είχε μειωθεί στο μισό αυτής της
ποσότητας. Μετά το 1912 η βιομηχανία παρασκευής σαπουνιού ελαττώθηκε
ακόμη περισσότερο, αλλά οι συναλλαγές με τις αγορές της Ανατολής
διήρκεσαν μέχρι το 1922, οπότε περισσότεροι από ένα εκατομμύριο Έλληνες
της Μικράς Ασίας εγκατέλειψαν τις εστίες τους για να εγκατασταθούν στην
Ελλάδα, οι παραγωγοί και οι έμποροι της Λέσβου αποκόπηκαν από τις
τοποθεσίες παραγωγής στη Μικρά Ασία και τη Μαύρη Θάλασσα, έχασαν το
δίκτυο διανομής στην Κωνσταντινούπολη και στην Τραπεζούντα, καθώς και
τους πελάτες τους στη Σμύρνη και στις άλλες παράκτιες πόλεις της
Τουρκίας. Την ίδια περίοδο, οι περισσότεροι από τους απομακρυσμένους
παραγωγούς σαπουνιού στη Λέσβο είχαν μετακομίσει στον Πειραιά και άλλα
μέρη και είχαν στραφεί στην ελληνική αγορά
|
Από
τις μεγαλύτερες σαπωνοποιίες την εποχή της ακμής ήταν των Αδελφών
Γεωργαντέλλη και των οικογενειών Μεταξά και Μιχαλέλλη ή Παπουτσάνη. Οι
Αφοί Γεωργαντέλλη, που διέθεταν ένα πολύ καλά οργανωμένο δίκτυο στις
αγορές της Μαύρης Θάλασσας και εγκαταστάσεις στην Τραπεζούντα, την Αμισό
και στη Θεσσαλονίκη. Στις αρχές του 20ού αι. οι ετικέτες τους, όπως και
οι ετικέτες άλλων οικογενειών του Πλωμαρίου, όπως των οικογενειών
Μεταξά, Μιχαλέλλη ή Παπουτσάνη, ακόμη αντανακλούσαν την αισθητική των
Οθωμανών, που ήταν η κύρια πελατειακή ομάδα για τους παραγωγούς της
Λέσβου. Μετά την ένωση της Λέσβου με το σύγχρονο ελληνικό κράτος η
εικόνα άρχισε να αλλάζει σιγά σιγά: τα αραβικά μοτίβα εξαφανίστηκαν και
φιγούρες εμπνευσμένες από την αρχαία Ελλάδα πήραν τη θέση τους. Έτσι, σε
μια ετικέτα των Αφών Γεωργαντέλλη, που διαφήμιζε ένα «savon de
toilette» στα ελληνικά και στα γαλλικά, εμφανίστηκε η μορφή μιας
αρχαιοελληνικής θεάς, η οποία κρατούσε ένα σταυρό, που συμβόλιζε την
ένωση με τη μητέρα πατρίδα, ενώ μερικά νομίσματα απεικόνιζαν τον Ερμή
και άλλους αρχαίους θεούς | |
Τα
αρωματικά σαπούνια του Αλκαίου Μεταξά από την άλλη πλευρά, τα οποία
ήταν ιδιαίτερα δημοφιλή στα ανώτερα εισοδήματα της Σμύρνης και της
Κωνσταντινούπολης, είχαν ετικέτες που μιμούνταν παριζιάνικα μοντέλα ή
απεικόνιζαν τοπία της κεντρικής Ευρώπης. Το μικρό εργοστάσιο του Αλκαίου
Μεταξά ήταν ειδικευμένο στην παραγωγή αρωματικών σαπουνιών. Μετέτρεπε
αγνά σαπούνια σε αρωματικά με τη μέθοδο της αναδιάλυσης, προσθέτοντας τα
κατάλληλα αρώματα και χρώματα ή παρασκευάζοντας το σαπούνι απ’ ευθείας
από λιπαρές ουσίες και αρώματα. Η υψηλά ειδικευμένη παραγωγή του στόχευε
στις υψηλότερες εισοδηματικές τάξεις της Λέσβου, της Σμύρνης και της
Κωνσταντινούπολης. Η επιχείρηση του Μιχαλέλλη παρήγε το «σαπούνι της
βασίλισσας Αριάδνης», το οποίο προοριζόταν για την αμερικανική αγορά
|
Η
παραγωγή σαπουνιού στο Πλωμάρι και στο υπόλοιπο νησί μετά το 1912
σταδιακά συρρικνώθηκε δραματικά. Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών ’50 και
’60 στον 20ό αι., όταν τα σαπούνια παγκοσμίως έχασαν έδαφος από τα
απορρυπαντικά, τα σαμπουάν και τα υγρά σαπούνια, έμειναν μόνο τρία
παραδοσιακά εργαστήρια σαπουνιού στη μικρή κωμόπολη, η οποία στα τέλη
του προηγούμενου αιώνα γνώρισε μεγάλη ακμή στην παραγωγή και εμπορία
σαπουνιού. Παρήγαγε κοινά και αρωματικά σαπούνια και τα διοχέτευε στην
αγορά της Σμύρνης, στην Πόλη, στα νησιά του Αιγαίου και στα εμπορεία της
Μαύρης Θάλασσας
|
[Πηγές: 1)
Ευρυδίκη Σιφναίου, «Άρωμα σαπουνιού. Ετικέτες, σφραγίδες και κασετίνα
σαπουνιών από σαπωνοποιία της Λέσβου 1890-1950», Έκδοση Εταιρία
Αρχιπέλαγος, Αθήνα 2000. 2) Christian Gonsa, «Λέσβος. Αγνό σαπούνι», περιοδικό «γεωτρόπιο», τεύχος 304/11-2-2006] http://www.biosecrets.gr/index.php?option=info&lang=gr |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου